Σήμερα, πηγαίνοντας στην δουλειά, στην διαδρομή με το τρένο, άκουγα μουσική από το κινητό και χάζευα έξω από το παράθυρο. Είχα τρεις μέρες να κάνω την διαδρομή και λες και ήθελα να ξαναθυμηθώ τον περίγυρο. "Χμμ, κάτι έχει αλλάξει" σκέφτηκα με ένα δαιμόνιο ύφος τύπου Σέρλοκ Χολμς... Σε ένα σταθμό που το τελευταίο βαγόνι (στο οποίο και επέβαινα) δεν πιάνει πλατφόρμα και βρίσκεται ανάμεσα στα δέντρα, κατάλαβα, τελικά, τι είχε αλλάξει. Το βαθύ και έντονο πράσινο της βλάστησης που είχε συνηθίσει το μάτι μου εδώ και 3-4 μήνες, είχει ξεθωριάσει και σε πολλά σημεία είχει γίνει ακόμα και κίτρινο. Η συνειδητοποίηση πως το φθινόπωρο κάνει την πρώτη του εμφάνιση στις τελευταίες μέρες του Αυγούστου - και θα το θέσω απλά - με φρίκαρε! Συνεχίζω να παρατηρώ τα δέντρα και τις πρασινάδες και προς μεγάλη μου έκπληξη, όχι μόνο δεν είναι η ιδέα μου αλλά βλέπω και τα πρώτα κίτρινα φύλλα πεσμένα στους δρόμους και τα παρκάκια! Θες το περσινό φθινόπωρο - ακόμα φρέσκο στο μυαλό, θες η μουντή μέρα, το ψιλοβρόχι κι ο δροσερός αέρας, θες οι στρυφνές φάτσες των περαστικών (μια και είναι η 3η συνεχόμενη μέρα βροχής) αλλά η καλή διάθεση με την οποία ξύπνησα είχει αρχίσει να καταστρέφεται!
Δεν είναι περίεργο πόσο πολύ αλλάζουν όλα με την συννεφιά; Δεν είναι περίεργο πως οι ίδιοι δρόμοι που με τον ήλιο ψηλά εμπνέουν χαρά, γίνονται θλιβεροί με μια συννεφιά; Δεν είναι περίεργο πόσο πολύ αλλάζουν τα ίδια κτίρια, τα ίδια φανάρια, τα ίδια μαγαζιά, οι ίδιες αυλές, τα ίδια σκαλοπάτια κάτω από το γκρίζο χρώμα του ουρανού; Ακόμα και τα ίδια τραγούδια που σε γεμίζουν χαρά κι αισιοδοξία σε μια ηλιόλουστη μέρα, όταν τα ακούς σε μια μέρα συννεφιασμένη και μουντή σου γεννάνε αισθήματα θλίψης και σιωπής. Μια τέτοια μέρα η σημερινή... σιωπηλή και γκρίζα.
Μετά την δουλειά, αποφάσισα να μην ενδώσω στην παραλίγο καταθλιπτική αίσθηση της μέρας και ξεκίνησα για ένα ψυχαγωγικό και σωτήριο, όπως λένε, shopping therapy! Και βέβαια, ως γνήσιο αντιδραστικό άτομο και πηγαίνοντας κόντρα στην όλη διάθεση και χρώμα της ημέρας, αγόρασα γυαλιά ηλίου!
Χα! Κάπως έτσι ξεγελάς το μυαλό σου και αμέσως αμέσως το βάζεις να σκεφτεί - τι άλλο- έναν λαμπερό, εκτυφλωτικό ήλιο! Βγήκα από το μαγαζί με ιδιαίτερη ευεξία (το shopping therapy λειτουργεί ευεργετικά!) και αν και η μέρα ήταν ακόμα συννεφιασμένη, αλλά χωρίς βροχή, φόρεσα τα καινούρια μου γυαλιά ηλίου και άρχισα, με ένα δειλό χαμόγελο στα χείλη, να ψάχνω να κάτσω σε κάποιο cafe. Έστριψα αριστερά, έστριψα δεξιά, βρέθηκα σε γειτονιές άγνωστες. Ξαναέστριψα από δω, ξαναέστριψα από κει και τελικά βρέθηκα σε ένα cafe στο οποίο είχα ξανακάτσει τις πρώτες ηλιόλουστες μέρες του Μαΐου.
Και αυτό, επίσης, φαινόταν διαφορετικό σήμερα αλλά δεν πτοήθηκα! Παράγγειλα τον καφέ μου κι έκατσα σε ένα ψηλό τραπεζάκι.
Εδώ είμαι τώρα. Πίνω τον αγαπημένο μου καφέ, γράφω τις σκέψεις μου σε μια λευκή Α4 που βρήκα στην τσάντα μου, τσακισμένη στην μέση και, που και που, κλέβω καμιά ιταλική λέξη από τους τουρίστες δίπλα μου που λύνουν παιδικά σταυρόλεξα. "Romantico", "colori", "case"...
Κοιτάω έξω από τις τεράστιες τζαμαρίες του cafe. Αρχίζουν και ανάβουν τα φώτα στους δρόμους και τα απέναντι κτίρια. Αυτός, ομολογώ, είναι ένας λόγος να μην φορέσω τα καινούρια μου γυαλιά! Όχι η συννεφιά...
Κυριακή 30 Αυγούστου 2009
Πέμπτη 27 Αυγούστου 2009
Αναλύσεις και Προγνωστικά
Λογική ή συναίσθημα; Μυαλό ή καρδιά; Τι να ακούσεις; Ποιό να εμπιστευτείς; Ποιό υπερισχύει συνήθως στον πόλεμο των αποφάσεων; Η λογική μιλάει, η καρδιά, όμως, ακούει; Επίσης, όταν προστάζει η καρδιά, το μυαλό ακολουθεί; Βέβαια, αν τα δυο συμβαδίζανε θα μιλάγαμε για την απόλυτη αρμονία και τις σωστότερες αποφάσεις! Αλλά πως μπορούν να συμβαδίσουν δυο τελείως αντίθετες συμπεριφορές; Μα αλήθεια, είναι μόνο αντίθετες ή είναι και αλληλοσυμπληρώμενες; Και η καρδιά; Δεν έχει κι αυτή την δική της λογική, τους δικούς της λόγους; Το μυαλό, από την άλλη, δεν έχει πάθη, δεν έχει αδυναμίες;
Η απάντηση, βέβαια, είναι άκρως υποκειμενική και ξεχωριστή για κάθε άτομο. Τελικά, το αν και πόσο ακολουθούμε την καρδιά ή το μυαλό μας είναι από αυτά που μας κάνουν διαφορετικούς, απρόοπτους, γεμάτους εκπλήξεις αλλά και απογοητεύσεις, γεμάτους απρόσμενες αντιδράσεις και γεμάτους συναισθηματική ζεστασιά ή λογικά ψυχρούς...
Στα... γκούχου-γκούχου χρόνια μου (!) δεν έχω αποφασίσει ακόμα τι θα ήταν καλό να υποστιρίζω στις ατελείωτες μάχες μυαλού-συναισθήματος. Αν το καλοσκεφτώ, βέβαια, φαίνεται να υποκύπτω περισσότερο στις προσταγές τις καρδιάς μου αλλά πάλι, πάντα πίστευα ότι είμαι λογικό άτομο... Ουφ, μπερδεύτηκα!
Μυαλό-Καρδιά, σημειώσατε Χ!
Η απάντηση, βέβαια, είναι άκρως υποκειμενική και ξεχωριστή για κάθε άτομο. Τελικά, το αν και πόσο ακολουθούμε την καρδιά ή το μυαλό μας είναι από αυτά που μας κάνουν διαφορετικούς, απρόοπτους, γεμάτους εκπλήξεις αλλά και απογοητεύσεις, γεμάτους απρόσμενες αντιδράσεις και γεμάτους συναισθηματική ζεστασιά ή λογικά ψυχρούς...
Στα... γκούχου-γκούχου χρόνια μου (!) δεν έχω αποφασίσει ακόμα τι θα ήταν καλό να υποστιρίζω στις ατελείωτες μάχες μυαλού-συναισθήματος. Αν το καλοσκεφτώ, βέβαια, φαίνεται να υποκύπτω περισσότερο στις προσταγές τις καρδιάς μου αλλά πάλι, πάντα πίστευα ότι είμαι λογικό άτομο... Ουφ, μπερδεύτηκα!
Μυαλό-Καρδιά, σημειώσατε Χ!
Τρίτη 25 Αυγούστου 2009
Chelsea Piers - προβλήτα 66
Την Κυριακή, μετά το party της "αποφοίτησης" στην τάξη, τους αποχαιρετισμούς και την ανταλλαγή στοιχείων επικοινωνίας, ξεκινήσαμε με την Gaudys να το γιορτάσουμε και εκτός τάξης! Βρεθήκαμε στην προβλήτα 66, στους 26 δρόμους και 12η Λεωφόρο. Ανεβήκαμε σε ένα αραγμένο παλιό πλοίο, με την ίδια "δεν βαριέσαι" διακόσμηση που κυριαρχεί στα bar του Manhattan.
Μικρά τραπεζάκια με ψηφιδωτή επιφάνεια ή μεταλλικά τραπέζια τύπου παραλιακής ταβέρνας με πλαστικές καρέκλες (αυτές που παίρνουμε από τους γύφτους κάθε καλοκαίρι!) σε διάφορα χρώματα και σχέδια, μερικές ομπρέλες και δυο τεράστιες αυτοσχέδιες τέντες στα πλάγια για να καλύπτουν τους θαμώνες από τυχόν μπόρες. Σαν να ανεβαίνεις στο "Αγ. Νεκτάριος" δηλαδή, μα με πιο πολλά τραπεζάκια. Με μικρά μπαράκια να σερβίρουν αλκοόλ, χάμπουργκερ και θαλασσινά και με τον κόσμο αντί να φοράει μαγιό, παρεό, βερμούδες και σαγιονάρες να φοράει γραβάτες, φορέματα και τακούνια. Η αλήθεια είναι πως το ντύσιμο των εύχαρων παρεών δεν ταίριαζε καθόλου με την όλη διακόσμηση και σκηνικό αλλά τι να κάνεις... "δεν βαριέσαι"!
Αφού πήραμε δυο φρούτο-δροσιστικά ποτά (πρωτοβουλία της barwoman) κάτσαμε σε ένα "ταβερνοτραπεζάκι" και για πρώτη φορά χωρίς να μας βιάζει ο χρόνος του 45λεπτου διαλείμματος, μοιραστήκαμε αστείες ιστορίες από το σχολείο και τα παιδικά μας χρόνια. Καθώς φεύγαμε, είδαμε ένα άλλο πλοίο, ακόμα πιο παλιό, αραγμένο ακριβώς δίπλα μας. Και αφού παρατηρήσαμε κόσμο να ανεβοκατεβαίνει είπαμε να πάμε κι εμείς να δούμε τι είναι.
Μπήκαμε στην πρώτη πόρτα που βρήκαμε ανοιχτή... Η καρδιά μου ξεκίνησε να χτυπάει γρήγορα, η αδρεναλίνη μου ανέβηκε και οι κινήσεις μου γίνανε αργές και προσεκτικές. Η μυρωδιά της μούχλας, του σκουριασμένου σκαριού και των μηχανών σε συνδυασμό με το ρυθμικό τρίξιμο (άγνωστο από που) και το αργό κούνημα του πλοίου με έκαναν να νιώσω σαν πρωταγωνίστρια ταινίας τρόμου. Το πρώτο που μου ήρθε στο μυαλό βέβαια ήταν να φύγω! Αλλά η Gaudys, δείχνοντας περισσότερη τόλμη, δεν με άφησε. Στρίψαμε δεξιά και βρεθήκαμε στα διαμερίσματα του πληρώματος. Μπήκαμε σε μια καμπίνα τόσο μικρή που χώραγε ίσα ίσα ένα μικρό, μονό κρεβάτι και μια ξύλινη συρταριέρα. Στο κρεβάτι ήταν μισοστρωμένη μια μάλλινη - σκοροφαγομένη σε πολλά σημεία - κουβέρτα. Σαν να είχε ξυπνήσει κάποιος και να την έριξε από πάνω βιαστικά. Ένιωσα περίεργα, νόμιζα ότι κάποιος θα έμπαινε μέσα (ή ήταν ήδη μέσα!) από λεπτό σε λεπτό. Ένιωσα ότι είχα εισβάλει στην προσωπική ζωή κάποιου και θα με έπιανε "στα πράσα"! Η πλακέτα στην πόρτα του δωματίου εξηγούσε...
Ben F. Wilson
Engineman Chief
Βγήκα από την καμπίνα κοιτάζοντας για άλλη μια φορά προς τα πίσω, ίσως για να επιβεβαιώσω ότι δεν ήταν μέσα ο Αρχιμηχανικός Wilson!
Μικρά τραπεζάκια με ψηφιδωτή επιφάνεια ή μεταλλικά τραπέζια τύπου παραλιακής ταβέρνας με πλαστικές καρέκλες (αυτές που παίρνουμε από τους γύφτους κάθε καλοκαίρι!) σε διάφορα χρώματα και σχέδια, μερικές ομπρέλες και δυο τεράστιες αυτοσχέδιες τέντες στα πλάγια για να καλύπτουν τους θαμώνες από τυχόν μπόρες. Σαν να ανεβαίνεις στο "Αγ. Νεκτάριος" δηλαδή, μα με πιο πολλά τραπεζάκια. Με μικρά μπαράκια να σερβίρουν αλκοόλ, χάμπουργκερ και θαλασσινά και με τον κόσμο αντί να φοράει μαγιό, παρεό, βερμούδες και σαγιονάρες να φοράει γραβάτες, φορέματα και τακούνια. Η αλήθεια είναι πως το ντύσιμο των εύχαρων παρεών δεν ταίριαζε καθόλου με την όλη διακόσμηση και σκηνικό αλλά τι να κάνεις... "δεν βαριέσαι"!
Αφού πήραμε δυο φρούτο-δροσιστικά ποτά (πρωτοβουλία της barwoman) κάτσαμε σε ένα "ταβερνοτραπεζάκι" και για πρώτη φορά χωρίς να μας βιάζει ο χρόνος του 45λεπτου διαλείμματος, μοιραστήκαμε αστείες ιστορίες από το σχολείο και τα παιδικά μας χρόνια. Καθώς φεύγαμε, είδαμε ένα άλλο πλοίο, ακόμα πιο παλιό, αραγμένο ακριβώς δίπλα μας. Και αφού παρατηρήσαμε κόσμο να ανεβοκατεβαίνει είπαμε να πάμε κι εμείς να δούμε τι είναι.
Μπήκαμε στην πρώτη πόρτα που βρήκαμε ανοιχτή... Η καρδιά μου ξεκίνησε να χτυπάει γρήγορα, η αδρεναλίνη μου ανέβηκε και οι κινήσεις μου γίνανε αργές και προσεκτικές. Η μυρωδιά της μούχλας, του σκουριασμένου σκαριού και των μηχανών σε συνδυασμό με το ρυθμικό τρίξιμο (άγνωστο από που) και το αργό κούνημα του πλοίου με έκαναν να νιώσω σαν πρωταγωνίστρια ταινίας τρόμου. Το πρώτο που μου ήρθε στο μυαλό βέβαια ήταν να φύγω! Αλλά η Gaudys, δείχνοντας περισσότερη τόλμη, δεν με άφησε. Στρίψαμε δεξιά και βρεθήκαμε στα διαμερίσματα του πληρώματος. Μπήκαμε σε μια καμπίνα τόσο μικρή που χώραγε ίσα ίσα ένα μικρό, μονό κρεβάτι και μια ξύλινη συρταριέρα. Στο κρεβάτι ήταν μισοστρωμένη μια μάλλινη - σκοροφαγομένη σε πολλά σημεία - κουβέρτα. Σαν να είχε ξυπνήσει κάποιος και να την έριξε από πάνω βιαστικά. Ένιωσα περίεργα, νόμιζα ότι κάποιος θα έμπαινε μέσα (ή ήταν ήδη μέσα!) από λεπτό σε λεπτό. Ένιωσα ότι είχα εισβάλει στην προσωπική ζωή κάποιου και θα με έπιανε "στα πράσα"! Η πλακέτα στην πόρτα του δωματίου εξηγούσε...
Ben F. Wilson
Engineman Chief
Βγήκα από την καμπίνα κοιτάζοντας για άλλη μια φορά προς τα πίσω, ίσως για να επιβεβαιώσω ότι δεν ήταν μέσα ο Αρχιμηχανικός Wilson!
Συνεχίσαμε προς τα αριστερά και βρεθήκαμε στην κουζίνα και τραπεζαρία. Ένας μεγάλος πάγκος με τρεις νεροχύτες και ξύλινα ντουλάπια από αριστερά για την προετοιμασία του φαγητού, ένα μεγάλο τραπέζι με παγκάκι από δεξιά για να τρώνε οι ναύτες. Τα ανοιχτά φινιστρίνια κι ένας δίσκος με δυο ποτήρια απλά ενίσχυσαν την φαντασία μου και ανέβασαν την αδρεναλίνη μου λίγο ακόμα. Πεπεισμένη πια ότι το καράβι είναι στοιχειωμένο και με φευγαλέες "εικονοσκέψεις" ναυτών να τριγυρίζουν στις καμπίνες και στους διαδρόμους του, ήθελα να το βάλω στα πόδια! Η ενθουσιασμένη φίλη μου από την άλλη, ούτε που το συζήταγε! "Όχι, όχι! Πάμε και πιο κάτω!" είπε χαμογελώντας (αλλά δεν ήθελε να πάει και μόνη!). Κατεβήκαμε στον πυθμένα του πλοίου και η ατμόσφαιρα γύρω μας έγινε ακόμα πιο πυκνή, με την μυρωδιά των μηχανών και των καυστήρων να μην σε αφήνει να πάρεις μια κανονική αναπνοή. Το φως λιγοστό, εμείς σωπάσαμε, σαν από σεβασμό προς... τι άραγε; Το τρίξιμο του μεταλλικού σκαριού τριγύρω μας, μια φιγούρα μέσα στο σκοτάδι και χωρίς δεύτερη σκέψη, ανέβηκα σχεδόν τρέχοντας ξανά πάνω! Η φιγούρα, βέβαια, αποδείχτηκε μετά από μερικά δευτερόλεπτα ότι ήταν απλά άλλος ένας επισκέπτης του πλοίου/μουσείο, σαν εμάς... Ακόμα κι έτσι όμως, ήθελα απλά να φύγω... Είχα δει αρκετά!!
Κατασκευή 1929.
Υπηρέτησε ως πλωτός φάρος από το 1930 ως το 1942 και ξανά από το 1945 ως το 1964. Το 1986 βυθίστικε και το 1987 έγινε η ανάδυση του. Καθαρίστηκε από τη λάσπη και τα εκατομμύρια κοχύλια και το 1989 μεταφέρθηκε στην προβλήτα 66 του Manhattan.
Πέμπτη 20 Αυγούστου 2009
For my English-speaking friends...
For the last 3 weeks I’ve been in a classroom with 29 more people, eager to learn how to teach English as a second language. Eager to explore the world, familiarize with different cultures and challenge themselves by moving to different, alien countries.
For the last 3 weeks they’ve become part of my life. I learned their names, nationalities, studies and occupations. But most importantly I found out their dreams and hopes. Their anticipations and their plans. Their worries and their fears. Isn’t it funny how many things you can discover about a person and really relate to him in only three weekends?
These three weekends for me have been an once-in-a-lifetime experience… “Awesome!” as Gaudys, my new Ecuadorian friend, would say. I was part of an academic environment as unfamiliar to me as snow is in Fiji Islands. As intriguing as a murder scenario. As intimidating as the first dive in the ocean.
And while Jodi, the teacher, tried to feed us with the knowledge of a 4-year Master degree in a 60-hour seminar, those 3 weeks were the most interesting and pleasant weeks of my life, academically speaking. She managed to win us since day 1, built our confidence – even if someone didn’t really need that – and prepare us for what’s out there! She managed to make us feel comfortable and relaxed and she created for us an anxiety-free but at the same time sophisticated and challenging environment. She made it personal – but not too much – and she combined our different mentalities and cultures to our benefit. To be honest with you, her modeling and classroom experiences made me want to jump in the classroom next door and start teaching! Anything, for that matter!
So, it is true when they say that half of the lesson’s success (and more, I would add) is based on the teachers’ quality and willingness to bounteously share their knowledge and experiences.
Thinking about Greece (sorry, I can’t help it!) I would say that, given the difficulty level of (most of) our classes, and if combined with this kind of teaching and environment, our schools and Universities would have more credibility and efficacy.
And I wonder, should our teachers and professors consider attending a relevant seminar? Now, that's something that can make me go... hmm!
For the last 3 weeks they’ve become part of my life. I learned their names, nationalities, studies and occupations. But most importantly I found out their dreams and hopes. Their anticipations and their plans. Their worries and their fears. Isn’t it funny how many things you can discover about a person and really relate to him in only three weekends?
These three weekends for me have been an once-in-a-lifetime experience… “Awesome!” as Gaudys, my new Ecuadorian friend, would say. I was part of an academic environment as unfamiliar to me as snow is in Fiji Islands. As intriguing as a murder scenario. As intimidating as the first dive in the ocean.
And while Jodi, the teacher, tried to feed us with the knowledge of a 4-year Master degree in a 60-hour seminar, those 3 weeks were the most interesting and pleasant weeks of my life, academically speaking. She managed to win us since day 1, built our confidence – even if someone didn’t really need that – and prepare us for what’s out there! She managed to make us feel comfortable and relaxed and she created for us an anxiety-free but at the same time sophisticated and challenging environment. She made it personal – but not too much – and she combined our different mentalities and cultures to our benefit. To be honest with you, her modeling and classroom experiences made me want to jump in the classroom next door and start teaching! Anything, for that matter!
So, it is true when they say that half of the lesson’s success (and more, I would add) is based on the teachers’ quality and willingness to bounteously share their knowledge and experiences.
Thinking about Greece (sorry, I can’t help it!) I would say that, given the difficulty level of (most of) our classes, and if combined with this kind of teaching and environment, our schools and Universities would have more credibility and efficacy.
And I wonder, should our teachers and professors consider attending a relevant seminar? Now, that's something that can make me go... hmm!
Να μιλά κανείς ή να μην μιλά; Ιδού η απορία
Σας έχει τύχει ποτέ, ή μάλλον να το θέσω αλλιώς... Πόσες φορές σας έχει τύχει να θέλετε να πείτε κάτι σε κάποιον και να μην το έχετε κάνει εις το όνομα του εγωισμού, του καθωσπρεπισμού και των αμυνών σας; Πόσες φορές έχετε χάσει την ευκαιρία να ρωτήσετε αυτό που πραγματικά θέλετε ή να εκφράσετε αυτό που πραγματικά αισθάνεστε; Πόσες φορές το έχετε μετανοιώσει, αλλά και πάλι, πόσες φορές το έχετε ξανακάνει; Κατά συνέπεια, πόσες φορές έχετε αρνηθεί - συνειδητά ή ασυνείδητα - να πάρετε οποιαδήποτε ευθύνη, ακόμα και της ίδιας σας της ζωής;
Με αυτά και άλλα ερωτήματα τέτοιου είδους ξύπνησα σήμερα το πρωί (άγνωστο γιατί!). Και ξέρω ότι στα περισσότερα ερωτήματα η δική μου απάντηση είναι από αρκετές μέχρι πολλές φορές! Βέβαια, το εύλογο ερώτημα που ακολουθεί είναι "γιατί". Αλλά μου φαίνεται θα προστεθεί και αυτό μέσα στα πολλά "γιατί- ερωτήματα" που τείνουν να μένουν αναπάντητα επειδή οι απαντήσεις τους είναι συνήθως ασαφής, υποκειμενικές και αόριστες. Είναι από αυτά τα ερωτήματα που όσο και αν τα συζητάς μένεις στο τέλος με την ίδια απορία... "μα, γιατί;"
Με αυτά και άλλα ερωτήματα τέτοιου είδους ξύπνησα σήμερα το πρωί (άγνωστο γιατί!). Και ξέρω ότι στα περισσότερα ερωτήματα η δική μου απάντηση είναι από αρκετές μέχρι πολλές φορές! Βέβαια, το εύλογο ερώτημα που ακολουθεί είναι "γιατί". Αλλά μου φαίνεται θα προστεθεί και αυτό μέσα στα πολλά "γιατί- ερωτήματα" που τείνουν να μένουν αναπάντητα επειδή οι απαντήσεις τους είναι συνήθως ασαφής, υποκειμενικές και αόριστες. Είναι από αυτά τα ερωτήματα που όσο και αν τα συζητάς μένεις στο τέλος με την ίδια απορία... "μα, γιατί;"
Αυτήν την φορά, λοιπόν, ούτε καν θα προσπαθήσω να απαντήσω, απλά θα υποσχεθώ στον εαυτό μου ότι την επόμενη φορά που θα θέλω να πω κάτι θα το κάνω με την ίδια ειλικρίνεια και αυτοπεποίθηση που θα μίλαγα σε ένα παιδί, χωρίς εγωισμούς, αυτολογοκρισίες και υποψιασμένες διαθέσεις...
Παρασκευή 14 Αυγούστου 2009
Τον τελευταίο καιρό, στο τρένο, διαβάζω ένα ενδιαφέρον βιβλίο με αληθινές ιστορίες της Νέας Υόρκης γραμμένες από ένα δημοσιογράφο του "Times" (City Lights του Dan Barry). Παρακάτω σας μεταφέρω (μεταφρασμένη από εμένα!) μια από τις ιστορίες που με συγκίνησαν...
17 Μαΐου 2006
Η ελπίδα, αποθηκευμένη σε ένα laptop
Για πολύ καιρό, το laptop της Ann Nelson παρέμεινε σβηστό. Το είχαν επιστρέψει στην οικογένεια της στην Βόρεια Ντακότα, μαζί με τα άλλα προσωπικά αντικείμενα που άφησε στην μεγάλη πόλη, 1750 μίλια από την πόλη της, προς τα ανατολικά. Ήταν 30 χρονών, δραστήρια, δούλευε σχεδόν στην κορυφή του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου (World Trade Center) και - την συνέχεια την γνωρίζετε.
Σε μια μικρή κωμόπολη, ανάμεσα στις πόλεις Minot και Williston, μια πυκνή ομίχλη είχε τυλίξει το σπιτικό των Nelson. Ανάμεσα στις τιμές προς την Ann, ανάμεσα στο πένθος και την απουσία είναι πράγματι δύσκολο να θυμηθούν οι γονείς της το πότε και το πώς βρέθηκε το laptop της Ann στο υπόγειο της τράπεζας που έχουν ανοίξει.
Το laptop καθόταν εκεί για χρόνια, καταχωνιασμένο μέσα σε μια μαύρη θήκη. Ήταν ένα Dell Inspiron 8000, το οποίο το είχε αγοράσει η Ann λίγο καιρό πριν από εκείνη την μέρα του 2001 που είχε πάρει τηλέφωνο στο σπίτι της για να ανακοινώσει στους γονείς της ότι έπιασε δουλειά ως χρηματίστρια ομολόγων στην Cantor Fitzgerald - στην Νέα Υόρκη! Πολύ σύντομα, έπιασε ένα σπίτι κοντά στην γωνία των δρόμων Thompson και Spring και ξεκίνησε να δουλεύει σε ένα γραφείο, 104 πατώματα πάνω - στον αέρα.
Οι γονείς της Ann, η Jenette και ο Gary Nelson, είπαν πως δεν άνοιξαν το laptop γιατί δεν ήξεραν από κομπιούτερ. Αλλά η κ. Nelson ομολογεί πως ήταν και κάτι ακόμα. "Για να σας πω την αλήθεια μου, ήταν πολύ επώδυνο."
Πριν τρία καλοκαίρια η κ. Nelson δίδασκε ζωγραφική σε αυτό το υπόγειο και μερικοί μαθητές της της έδειξαν πως να χρησιμοποιεί το κομπιούτερ. Μετά το μάθημα, είπε, "απλά το άφησα εκεί".
Ποιος ξέρει γιατί το "ποτέ" γίνεται "κάποτε" και το "κάποτε" γίνεται "σήμερα"... Μια μέρα, λοιπόν, το περασμένο φθινόπωρο - "όταν ξεκίνησα να νιώθω πιο δυνατή" είπε - η κ. Nelson άνοιξε τελικά το κομπιούτερ της κόρης της. Πάτησε το κουμπί της έναρξης και ξεκίνησε να βλέπει φωτογραφίες που ήταν αποθηκευμένες στην μνήμη.
Σύντομα, η κ. Nelson άρχισε να μαθαίνει πως να παίζει τα παιχνίδια (πασιέντζα και κούπες). Με αυτόν τον τρόπο χαλάρωνε αλλά και θυμόταν τα παιχνίδια που έπαιζε με την Ann. Με κάποιο τρόπο αυτό το μικρό μαύρο μηχανηματάκι την έκανε να αισθάνεται την κόρη της κοντά της, δίπλα της.
Το να "χάνεται" μέσα στο κομπιούτερ έγινε κάτι σαν τελετουργία μετά την δουλειά για την κ. Nelson. Δεν είχε ασχοληθεί ποτέ με ένα αρχείο με τίτλο "Top 100". "Μουσική θα 'ναι μάλλον" είχε σκεφτεί. Πριν 2 μήνες, όμως, και ποιός ξέρει γιατί, έκανε δυο κλικ πάνω του.
Αυτό που βρήκε μέσα ήταν μια λίστα με στόχους, δυστυχώς ούτε καν μισή. Μια λίστα που αντικατόπτριζε την δέσμευση μιας νεαρής γυναίκας, μια δέσμευση στο σοβαρό, στο επιπόλαιο, στην ζωή. Εκείνο το βράδυ, η κ. κι ο κ. Nelson έκατσαν μπροστά στην λίστα και βρέθηκαν ξανά μαζί με την κόρη τους.
1. Να είμαι υγιής
2. Να είμαι καλή φίλη
3. Να κρατάω μυστικά
4. Να κρατάω επαφή με τους ανθρώπους που αγαπάω και με αγαπάνε
5. Να φτιάξω ένα πάπλωμα
Η κ. Nelson συνήθιζε να ράβει μέχρι που ήταν πολύ δύσκολο να ράψει σωστά με ένα ζωηρό κοριτσάκι να χορεύει στην αγκαλιά της. Όταν μεγάλωσε η Ann, μάνα και κόρη αποφάσισαν να ράψουν μαζί ένα τραπεζομάντιλο. "Δεν νομίζω να το τελειώσαμε ποτέ" λέει η κ. Nelson γελώντας. "Έκανε εκατό πράγματα συγχρόνως και αναπόφευκτα μερικά από αυτά δεν ολοκληρωνόντουσαν ποτέ".
Και όσο για τον στόχο να φτιάξει ένα πάπλωμα η κ. Nelson συμπληρώνει "Είμαι σίγουρη πως θα ήμουν κι εγώ κάπου αναμεμιγμένη σε αυτή την διαδικασία!"
6. Νεπάλ
7. Να αγοράσω ένα σπίτι στην Β. Ντακότα
8. Να πάρω ένα πτυχίο
9. Να μάθω μια ξένη γλώσσα
10. Κιλιμάντζαρο
11. Να μην ντραπώ ποτέ για αυτό που είμαι
"Η Ann βρισκόταν σε διάφορα περιβάλλοντα, μέσα στα οποία το να είσαι ένα κορίτσι από την Β. Ντακότα δεν είναι και το πιο εξεζητημένο γεγονός!" λέει η κ. Nelson φέρνοντας στο μυαλό ότι η κόρη της είχε ταξιδέψει στην Κίνα και το Περού και ότι είχε εργαστεί στις έντονες πόλεις Σικάγο και Νέα Υόρκη. Ακόμα κι έτσι, η Ann εξέφραζε περήφανα το ποιά ήταν, ποιοί ήταν οι γονείς της, από που ήταν η καταγωγή της - χωρίς όμως, ποτέ να καυχιέται.
12. Να είμαι ένα άτομο που θα είμαι περήφανη για αυτό που είναι
13. Να βελτιώνομαι συνεχώς
14. Να διαβάζω κάθε μέρα
15. Να ενημερώνομαι
16. Να πλέξω ένα πουλόβερ
17. Να κάνω scuba-dive στον ύφαλο Barrier
18. Να γίνω εθελόντρια σε κάποια φιλανθρωπία
19. Να μάθω να μαγειρεύω
Η Ann μέχρι τα 27-28 της είχε καταφέρει να μαγειρεύει αρκετά καλά. Η μητέρα της ακόμα θυμάται τα νυχτερινά τηλεφωνήματα που ξεκίναγαν κάπως έτσι "Μαμά, τι είναι το άρωμα βανίλιας;"
20. Να μελετήσω τις τέχνες
21. Να πάρω το πτυχίο μου C.F.A. (Chartered Financial Analyst)
22. Grand Canyon
23. Να κάνω heliski με τον πατέρα μου
Στη λίστα της Ann Nelson επαναλαμβάνεται αυτός ο αριθμός.
23. Να περνάω περισσότερο καιρό με την οικογένειά μου
24. Να θυμάμαι γενέθλια!!!!
Τα γενέθλια φαίνεται να παίζουν σημαντικό ρόλο στην ζωή της Ann. Τα δικά της γενέθλια δεν τα γιόρταζε μια μέρα αλλά μια βδομάδα, πρώτον γιατί την επόμενη μέρα ήταν και τα γενέθλια του πατέρα της και δεύτερον γιατί ήταν περήφανη που είχε γενηθεί στην Νορβηγική Ημέρα Ανεξαρτησίας - στις 17 Μαΐου, σαν σήμερα δηλαδή.
"Η Ann σήμερα θα έκλεινε τα 35" λέει ο κος. Nelson που μπαίνει στα 65 αύριο.
25. Να εκτιμώ τα λεφτά αλλά να μην τα λατρεύω
26. Να μάθω να χρησιμοποιώ κομπιούτερ
27. Να επισκεφτώ την Δημόσια Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης
28. Maine
29. Να μάθω να γράφω
30. Να περπατάω - να κάνω γυμναστική και να βλέπω τον κόσμο από πρώτο χέρι
31. Να μελετήσω τις κουλτούρες διαφορετικών χωρών
32. Να είμαι καλός ακροατής
33. Να διαθέτω χρόνο για τους φίλους
34. Καγιάκ
35. Να πίνω νερό
36. Να μάθω σχετικά με το κρασί
Η Ann είχε προγραμματίσει να παρακολουθήσει μια τάξη οινολογίας εκείνο το απόγευμα της 11ης Σεπτεμβρίου, συνδυάζοντας έτσι τα νούμερα 13, 19, 31, 36 - όλη την λίστα στην ουσία.
Μετά το 36, υπάρχει το 37. Aλλά είναι κενό...
Ο κ. Nelson βλέπει την λίστα σαν να είναι η απογραφή των αξιών της κόρης του."Δεν βλέπεις να έχει καμιά Corvette ή άλλα τέτοια υλικά αντικείμενα που θα περίμενες από κάποιον αυτής της ηλικίας" λέει. "Είχε καταλάβει ότι εκτιμάς λίγα πράγματα στην ζωή και ότι ζεις την ζωή σου ανάλογα"
Η κ. Nelson ερμηνεύει την λίστα σαν ένα τρόπο με τον οποίο η Ann φαίνεται να επικοινωνεί μαζί της όταν το έχει πιο πολύ ανάγκη. Έτσι, σχεδόν κάθε μέρα, σε μια μικρή κωμόπολη της Β. Ντακότας, ανάμεσα στις πόλεις Minot και Williston, η οθόνη ενός laptop παίρνει ζωή.
17 Μαΐου 2006
Η ελπίδα, αποθηκευμένη σε ένα laptop
Για πολύ καιρό, το laptop της Ann Nelson παρέμεινε σβηστό. Το είχαν επιστρέψει στην οικογένεια της στην Βόρεια Ντακότα, μαζί με τα άλλα προσωπικά αντικείμενα που άφησε στην μεγάλη πόλη, 1750 μίλια από την πόλη της, προς τα ανατολικά. Ήταν 30 χρονών, δραστήρια, δούλευε σχεδόν στην κορυφή του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου (World Trade Center) και - την συνέχεια την γνωρίζετε.
Σε μια μικρή κωμόπολη, ανάμεσα στις πόλεις Minot και Williston, μια πυκνή ομίχλη είχε τυλίξει το σπιτικό των Nelson. Ανάμεσα στις τιμές προς την Ann, ανάμεσα στο πένθος και την απουσία είναι πράγματι δύσκολο να θυμηθούν οι γονείς της το πότε και το πώς βρέθηκε το laptop της Ann στο υπόγειο της τράπεζας που έχουν ανοίξει.
Το laptop καθόταν εκεί για χρόνια, καταχωνιασμένο μέσα σε μια μαύρη θήκη. Ήταν ένα Dell Inspiron 8000, το οποίο το είχε αγοράσει η Ann λίγο καιρό πριν από εκείνη την μέρα του 2001 που είχε πάρει τηλέφωνο στο σπίτι της για να ανακοινώσει στους γονείς της ότι έπιασε δουλειά ως χρηματίστρια ομολόγων στην Cantor Fitzgerald - στην Νέα Υόρκη! Πολύ σύντομα, έπιασε ένα σπίτι κοντά στην γωνία των δρόμων Thompson και Spring και ξεκίνησε να δουλεύει σε ένα γραφείο, 104 πατώματα πάνω - στον αέρα.
Οι γονείς της Ann, η Jenette και ο Gary Nelson, είπαν πως δεν άνοιξαν το laptop γιατί δεν ήξεραν από κομπιούτερ. Αλλά η κ. Nelson ομολογεί πως ήταν και κάτι ακόμα. "Για να σας πω την αλήθεια μου, ήταν πολύ επώδυνο."
Πριν τρία καλοκαίρια η κ. Nelson δίδασκε ζωγραφική σε αυτό το υπόγειο και μερικοί μαθητές της της έδειξαν πως να χρησιμοποιεί το κομπιούτερ. Μετά το μάθημα, είπε, "απλά το άφησα εκεί".
Ποιος ξέρει γιατί το "ποτέ" γίνεται "κάποτε" και το "κάποτε" γίνεται "σήμερα"... Μια μέρα, λοιπόν, το περασμένο φθινόπωρο - "όταν ξεκίνησα να νιώθω πιο δυνατή" είπε - η κ. Nelson άνοιξε τελικά το κομπιούτερ της κόρης της. Πάτησε το κουμπί της έναρξης και ξεκίνησε να βλέπει φωτογραφίες που ήταν αποθηκευμένες στην μνήμη.
Σύντομα, η κ. Nelson άρχισε να μαθαίνει πως να παίζει τα παιχνίδια (πασιέντζα και κούπες). Με αυτόν τον τρόπο χαλάρωνε αλλά και θυμόταν τα παιχνίδια που έπαιζε με την Ann. Με κάποιο τρόπο αυτό το μικρό μαύρο μηχανηματάκι την έκανε να αισθάνεται την κόρη της κοντά της, δίπλα της.
Το να "χάνεται" μέσα στο κομπιούτερ έγινε κάτι σαν τελετουργία μετά την δουλειά για την κ. Nelson. Δεν είχε ασχοληθεί ποτέ με ένα αρχείο με τίτλο "Top 100". "Μουσική θα 'ναι μάλλον" είχε σκεφτεί. Πριν 2 μήνες, όμως, και ποιός ξέρει γιατί, έκανε δυο κλικ πάνω του.
Αυτό που βρήκε μέσα ήταν μια λίστα με στόχους, δυστυχώς ούτε καν μισή. Μια λίστα που αντικατόπτριζε την δέσμευση μιας νεαρής γυναίκας, μια δέσμευση στο σοβαρό, στο επιπόλαιο, στην ζωή. Εκείνο το βράδυ, η κ. κι ο κ. Nelson έκατσαν μπροστά στην λίστα και βρέθηκαν ξανά μαζί με την κόρη τους.
1. Να είμαι υγιής
2. Να είμαι καλή φίλη
3. Να κρατάω μυστικά
4. Να κρατάω επαφή με τους ανθρώπους που αγαπάω και με αγαπάνε
5. Να φτιάξω ένα πάπλωμα
Η κ. Nelson συνήθιζε να ράβει μέχρι που ήταν πολύ δύσκολο να ράψει σωστά με ένα ζωηρό κοριτσάκι να χορεύει στην αγκαλιά της. Όταν μεγάλωσε η Ann, μάνα και κόρη αποφάσισαν να ράψουν μαζί ένα τραπεζομάντιλο. "Δεν νομίζω να το τελειώσαμε ποτέ" λέει η κ. Nelson γελώντας. "Έκανε εκατό πράγματα συγχρόνως και αναπόφευκτα μερικά από αυτά δεν ολοκληρωνόντουσαν ποτέ".
Και όσο για τον στόχο να φτιάξει ένα πάπλωμα η κ. Nelson συμπληρώνει "Είμαι σίγουρη πως θα ήμουν κι εγώ κάπου αναμεμιγμένη σε αυτή την διαδικασία!"
6. Νεπάλ
7. Να αγοράσω ένα σπίτι στην Β. Ντακότα
8. Να πάρω ένα πτυχίο
9. Να μάθω μια ξένη γλώσσα
10. Κιλιμάντζαρο
11. Να μην ντραπώ ποτέ για αυτό που είμαι
"Η Ann βρισκόταν σε διάφορα περιβάλλοντα, μέσα στα οποία το να είσαι ένα κορίτσι από την Β. Ντακότα δεν είναι και το πιο εξεζητημένο γεγονός!" λέει η κ. Nelson φέρνοντας στο μυαλό ότι η κόρη της είχε ταξιδέψει στην Κίνα και το Περού και ότι είχε εργαστεί στις έντονες πόλεις Σικάγο και Νέα Υόρκη. Ακόμα κι έτσι, η Ann εξέφραζε περήφανα το ποιά ήταν, ποιοί ήταν οι γονείς της, από που ήταν η καταγωγή της - χωρίς όμως, ποτέ να καυχιέται.
12. Να είμαι ένα άτομο που θα είμαι περήφανη για αυτό που είναι
13. Να βελτιώνομαι συνεχώς
14. Να διαβάζω κάθε μέρα
15. Να ενημερώνομαι
16. Να πλέξω ένα πουλόβερ
17. Να κάνω scuba-dive στον ύφαλο Barrier
18. Να γίνω εθελόντρια σε κάποια φιλανθρωπία
19. Να μάθω να μαγειρεύω
Η Ann μέχρι τα 27-28 της είχε καταφέρει να μαγειρεύει αρκετά καλά. Η μητέρα της ακόμα θυμάται τα νυχτερινά τηλεφωνήματα που ξεκίναγαν κάπως έτσι "Μαμά, τι είναι το άρωμα βανίλιας;"
20. Να μελετήσω τις τέχνες
21. Να πάρω το πτυχίο μου C.F.A. (Chartered Financial Analyst)
22. Grand Canyon
23. Να κάνω heliski με τον πατέρα μου
Στη λίστα της Ann Nelson επαναλαμβάνεται αυτός ο αριθμός.
23. Να περνάω περισσότερο καιρό με την οικογένειά μου
24. Να θυμάμαι γενέθλια!!!!
Τα γενέθλια φαίνεται να παίζουν σημαντικό ρόλο στην ζωή της Ann. Τα δικά της γενέθλια δεν τα γιόρταζε μια μέρα αλλά μια βδομάδα, πρώτον γιατί την επόμενη μέρα ήταν και τα γενέθλια του πατέρα της και δεύτερον γιατί ήταν περήφανη που είχε γενηθεί στην Νορβηγική Ημέρα Ανεξαρτησίας - στις 17 Μαΐου, σαν σήμερα δηλαδή.
"Η Ann σήμερα θα έκλεινε τα 35" λέει ο κος. Nelson που μπαίνει στα 65 αύριο.
25. Να εκτιμώ τα λεφτά αλλά να μην τα λατρεύω
26. Να μάθω να χρησιμοποιώ κομπιούτερ
27. Να επισκεφτώ την Δημόσια Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης
28. Maine
29. Να μάθω να γράφω
30. Να περπατάω - να κάνω γυμναστική και να βλέπω τον κόσμο από πρώτο χέρι
31. Να μελετήσω τις κουλτούρες διαφορετικών χωρών
32. Να είμαι καλός ακροατής
33. Να διαθέτω χρόνο για τους φίλους
34. Καγιάκ
35. Να πίνω νερό
36. Να μάθω σχετικά με το κρασί
Η Ann είχε προγραμματίσει να παρακολουθήσει μια τάξη οινολογίας εκείνο το απόγευμα της 11ης Σεπτεμβρίου, συνδυάζοντας έτσι τα νούμερα 13, 19, 31, 36 - όλη την λίστα στην ουσία.
Μετά το 36, υπάρχει το 37. Aλλά είναι κενό...
Ο κ. Nelson βλέπει την λίστα σαν να είναι η απογραφή των αξιών της κόρης του."Δεν βλέπεις να έχει καμιά Corvette ή άλλα τέτοια υλικά αντικείμενα που θα περίμενες από κάποιον αυτής της ηλικίας" λέει. "Είχε καταλάβει ότι εκτιμάς λίγα πράγματα στην ζωή και ότι ζεις την ζωή σου ανάλογα"
Η κ. Nelson ερμηνεύει την λίστα σαν ένα τρόπο με τον οποίο η Ann φαίνεται να επικοινωνεί μαζί της όταν το έχει πιο πολύ ανάγκη. Έτσι, σχεδόν κάθε μέρα, σε μια μικρή κωμόπολη της Β. Ντακότας, ανάμεσα στις πόλεις Minot και Williston, η οθόνη ενός laptop παίρνει ζωή.
Ετικέτες
11η Σεπτεμβρίου 2001,
βιβλίο,
Twin Towers,
World Trade Center
Τετάρτη 12 Αυγούστου 2009
Με την σάκα στην πλάτη, ξανά!
St. John's University, downtown Manhattan.
Είναι το μέρος που πέρασα ένα ολόκληρο Σαββατοκύριακο (από τις 9 το πρωί μέχρι τις 6 το απόγευμα!) και εκεί που θα περάσω και τα δυο επόμενα Σαββατοκύριακα. Αφορμή ένα σεμινάριο 60 ωρών και βρίσκομαι ανάμεσα σε ακαδημαϊκούς (και μη) να ακούω τις ιστορίες τους, να μοιράζομαι την γνώση και να ταυτίζομαι με τα όνειρά τους μέσα στο πιο "πολυ-κουλτουρικό" κλίμα που έχω ζήσει από κοντά. Με ηλικίες από 20 μέχρι 65 και καταγωγές από Ασία, Κεντρική Αμερική, Βόρεια Αμερική κι Ευρώπη δίνουμε και παίρνουμε λίγο από τις κουλτούρες μας, δίνουμε και παίρνουμε λίγο από τους εαυτούς μας. Με τον καθένα μας να μιλάει για τις εμπειρίες του, φαίνεται σαν να γίνονται εμπειρίες όλων μας. Με τον καθένα μας να μιλάει για τα σχέδια, τις φοβίες και τις ελπίδες του φαίνεται σαν να συμπληρώνουμε ο ένας τον άλλον. Και θες οι ώρες που περάσαμε ήδη μαζί, θες η κοινή, ελεύθερη βούληση που μας οδήγησε όλους σε αυτήν την τάξη, αλλά είμαστε 30 (άγνωστοι κατά τ' άλλα) άνθρωποι, έτοιμοι να στηρίξει ο ένας τον άλλον, έτοιμοι να συμβουλέψει ο ένας τον άλλον, έτοιμοι να καθοδηγήσει ο ένας τον άλλον - με αρχηγό βέβαια την καθηγήτρια, που μετά από 18 ώρες στο ίδιο δωμάτιο να μοιράζεται τις ιστορίες της, την νιώθουμε πια σαν δικό μας άνθρωπο!
Και πόσο διαφορετικό το κλίμα της τάξης από αυτό που θυμάμαι στα μετά-λυκειακά μου χρόνια. Την πρώτη μέρα που μπήκαμε στην τάξη μας περίμεναν 30 μονοθέσιες καρέκλες/θρανία στοιχισμένες σε 3 σειρές να βλέπουν όλες τον πίνακα. Η Jodi, η καθηγήτρια, η οποία επιμένει να την φωνάζουμε με το μικρό της όνομα, μας έβαλε να μετακινήσουμε τα θρανιάκια και να σχηματήσουμε έναν μεγάλο κύκλο έτσι ώστε να βλέπουμε όλοι, όλους. Μέσα στις τρεις πρώτες ώρες κατάφερε - χωρίς πολύ προσπάθεια - να μας κάνει να νιώσουμε άνετα, οικεία.
Και αν στην αρχή είχα ένα σχετικό άγχος για αυτήν την "επανένταξή" μου στα θρανία, τώρα ανυπομονώ να έρθει το Σάββατο για να μπω στην τάξη και να συνταξιδέψω με τους άλλους 29 συμμαθητές μου σε μια θάλασσα γνώσεων και πληροφοριών!
Είναι το μέρος που πέρασα ένα ολόκληρο Σαββατοκύριακο (από τις 9 το πρωί μέχρι τις 6 το απόγευμα!) και εκεί που θα περάσω και τα δυο επόμενα Σαββατοκύριακα. Αφορμή ένα σεμινάριο 60 ωρών και βρίσκομαι ανάμεσα σε ακαδημαϊκούς (και μη) να ακούω τις ιστορίες τους, να μοιράζομαι την γνώση και να ταυτίζομαι με τα όνειρά τους μέσα στο πιο "πολυ-κουλτουρικό" κλίμα που έχω ζήσει από κοντά. Με ηλικίες από 20 μέχρι 65 και καταγωγές από Ασία, Κεντρική Αμερική, Βόρεια Αμερική κι Ευρώπη δίνουμε και παίρνουμε λίγο από τις κουλτούρες μας, δίνουμε και παίρνουμε λίγο από τους εαυτούς μας. Με τον καθένα μας να μιλάει για τις εμπειρίες του, φαίνεται σαν να γίνονται εμπειρίες όλων μας. Με τον καθένα μας να μιλάει για τα σχέδια, τις φοβίες και τις ελπίδες του φαίνεται σαν να συμπληρώνουμε ο ένας τον άλλον. Και θες οι ώρες που περάσαμε ήδη μαζί, θες η κοινή, ελεύθερη βούληση που μας οδήγησε όλους σε αυτήν την τάξη, αλλά είμαστε 30 (άγνωστοι κατά τ' άλλα) άνθρωποι, έτοιμοι να στηρίξει ο ένας τον άλλον, έτοιμοι να συμβουλέψει ο ένας τον άλλον, έτοιμοι να καθοδηγήσει ο ένας τον άλλον - με αρχηγό βέβαια την καθηγήτρια, που μετά από 18 ώρες στο ίδιο δωμάτιο να μοιράζεται τις ιστορίες της, την νιώθουμε πια σαν δικό μας άνθρωπο!
Και πόσο διαφορετικό το κλίμα της τάξης από αυτό που θυμάμαι στα μετά-λυκειακά μου χρόνια. Την πρώτη μέρα που μπήκαμε στην τάξη μας περίμεναν 30 μονοθέσιες καρέκλες/θρανία στοιχισμένες σε 3 σειρές να βλέπουν όλες τον πίνακα. Η Jodi, η καθηγήτρια, η οποία επιμένει να την φωνάζουμε με το μικρό της όνομα, μας έβαλε να μετακινήσουμε τα θρανιάκια και να σχηματήσουμε έναν μεγάλο κύκλο έτσι ώστε να βλέπουμε όλοι, όλους. Μέσα στις τρεις πρώτες ώρες κατάφερε - χωρίς πολύ προσπάθεια - να μας κάνει να νιώσουμε άνετα, οικεία.
Και αν στην αρχή είχα ένα σχετικό άγχος για αυτήν την "επανένταξή" μου στα θρανία, τώρα ανυπομονώ να έρθει το Σάββατο για να μπω στην τάξη και να συνταξιδέψω με τους άλλους 29 συμμαθητές μου σε μια θάλασσα γνώσεων και πληροφοριών!
Πέμπτη 6 Αυγούστου 2009
Για την Ελλάδα, ρε γαμώτο!
"Πραγματικό Γεγονός #908. Στην Αθήνα, Ελλάδα, το δίπλωμα οδήγησης μπορεί να αφαιρεθεί, βάσει νόμου, αν ο οδηγός θεωρηθεί είτε "άπλυτος" είτε "ανεπαρκώς ντυμένος".
Αυτό διάβασα μόλις άνοιξα το καπάκι ενός μπουκαλιού Snaple (ιδιαίτερα δημοφιλή αναψυκτικά τσαγιού). Για μερικά δευτερόλεπτα γέλασα... μέχρι που να ξυπνήσει, δηλαδή, ο φανατικός Ελληναράς που κρύβω μέσα μου! Το ξαναδιαβάζω προσεκτικά και προσπαθώ να σκεφτώ...
α. κατάλαβα καλά;
β. ισχύει κάτι τέτοιο;;
Και βέβαια κατάλαβα καλά - και βέβαια δεν ισχύει κάτι τέτοιο!
Πόσα άλλα τέτοια μικρά σχόλια και "πραγματικά γεγονότα" έχουν ειπωθεί για την Ελλάδα, μειώνοντας όλους μας και μετατρέποντας την Ελλάδα σε μια χώρα/ανέκδοτο για τον υπόλοιπο κόσμο; Φέρνοντας, όμως, στο μυαλό συζητήσεις και κατηγορηματικά σχόλια που έχω ακούσει εδώ από "'Ελληνες" για την χώρα μου, πώς είναι δυνατό, σκέφτομαι, να μας στηρίξει ο ανίδεος Αμερικάνος; Όταν ακούς από τους "Έλληνες" κουβέντες όπως...
"Αα, η Ελλάδα... η πιο χάλια χώρα, τι να κάνεις εκεί; Να πίνεις καφέδες και να παίζεις τάβλι όλη μέρα στα καφενεία;"
"Δεν ξαναπατάω στην Ελλάδα! Τι να πάω να κάνω με τους κομπλεξικούς;" Και άλλα τέτοια σχόλια που προσβάλουν τον τόπο που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν (έστω για λίγο) αλλά και απαρνήθηκαν με ευκολία.
Και ερωτώ... "Αφού έφυγες από την Ελλάδα στα 10 σου και από τότε έχεις πάει 5 καλοκαίρια, για 3 βδομάδες, μέσα στα 30 χρόνια, πού ξέρεις τι είναι η Ελλάδα; Πού ξέρεις τι κάνουν οι Έλληνες και ποιοι είναι αυτοί που περνάνε την μέρα τους στα καφενεία; Μέσα σε (κάτσε να υπολογίσω) 105 διάσπαρτες μέρες(!) τί μπορείς να καταλάβεις για την ζωή, την ιδιοσυγκρασία, το φιλότιμο του Έλληνα; Για την συμπόνοια του και την φιλανθρωπία του; Για το πνεύμα του και την εφευριτικότητα του; Για την υπομονή του και την εργατικότητά του;" Και, τελικά, ερωτώ... "Ποιος είναι ο κομπλεξικός;"
Αυτό διάβασα μόλις άνοιξα το καπάκι ενός μπουκαλιού Snaple (ιδιαίτερα δημοφιλή αναψυκτικά τσαγιού). Για μερικά δευτερόλεπτα γέλασα... μέχρι που να ξυπνήσει, δηλαδή, ο φανατικός Ελληναράς που κρύβω μέσα μου! Το ξαναδιαβάζω προσεκτικά και προσπαθώ να σκεφτώ...
α. κατάλαβα καλά;
β. ισχύει κάτι τέτοιο;;
Και βέβαια κατάλαβα καλά - και βέβαια δεν ισχύει κάτι τέτοιο!
Πόσα άλλα τέτοια μικρά σχόλια και "πραγματικά γεγονότα" έχουν ειπωθεί για την Ελλάδα, μειώνοντας όλους μας και μετατρέποντας την Ελλάδα σε μια χώρα/ανέκδοτο για τον υπόλοιπο κόσμο; Φέρνοντας, όμως, στο μυαλό συζητήσεις και κατηγορηματικά σχόλια που έχω ακούσει εδώ από "'Ελληνες" για την χώρα μου, πώς είναι δυνατό, σκέφτομαι, να μας στηρίξει ο ανίδεος Αμερικάνος; Όταν ακούς από τους "Έλληνες" κουβέντες όπως...
"Αα, η Ελλάδα... η πιο χάλια χώρα, τι να κάνεις εκεί; Να πίνεις καφέδες και να παίζεις τάβλι όλη μέρα στα καφενεία;"
"Δεν ξαναπατάω στην Ελλάδα! Τι να πάω να κάνω με τους κομπλεξικούς;" Και άλλα τέτοια σχόλια που προσβάλουν τον τόπο που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν (έστω για λίγο) αλλά και απαρνήθηκαν με ευκολία.
Και ερωτώ... "Αφού έφυγες από την Ελλάδα στα 10 σου και από τότε έχεις πάει 5 καλοκαίρια, για 3 βδομάδες, μέσα στα 30 χρόνια, πού ξέρεις τι είναι η Ελλάδα; Πού ξέρεις τι κάνουν οι Έλληνες και ποιοι είναι αυτοί που περνάνε την μέρα τους στα καφενεία; Μέσα σε (κάτσε να υπολογίσω) 105 διάσπαρτες μέρες(!) τί μπορείς να καταλάβεις για την ζωή, την ιδιοσυγκρασία, το φιλότιμο του Έλληνα; Για την συμπόνοια του και την φιλανθρωπία του; Για το πνεύμα του και την εφευριτικότητα του; Για την υπομονή του και την εργατικότητά του;" Και, τελικά, ερωτώ... "Ποιος είναι ο κομπλεξικός;"
Βέβαια, δεν λέω. Έχουμε κι εμείς τα στραβά μας, αλλά κανείς δεν είναι τέλειος! Τουλάχιστον γνωρίζουμε καλά τι θα πει οικογένεια, αλληλοστήριξη, σεβασμός και κληροδότηση αξιών. Γνωρίζουμε καλά τι θα πει εμπιστοσύνη, φιλία και συντροφικότητα. Γνωρίζουμε καλά τι θα πει παράδοση και έθιμο. Γνωρίζουμε καλά πως το χρήμα είναι μέσο διαβίωσης και όχι αντικείμενο λατρείας. Γνωρίζουμε καλά πως δουλεύουμε για να ζούμε και δεν ζούμε για να δουλεύουμε. Και τέλος, γνωρίζουμε καλά (και είμαστε περήφανοι γι' αυτό!) πώς να περνάμε την μέρα μας καλά, με τα πολλά ή με τα λίγα.
Όλα αυτά σκέφτομαι και εξαγριώνομαι με όλους αυτούς που δηλώνουν ψευτοπερήφανα "Έλληνες του εξωτερικού" αλλά στην πρώτη κουβέντα που θα κάνουν για την Ελλάδα έχουν να εξαπολύσουν μόνο κατηγόριες και πικρίες για τους ανθρώπους και μια χώρα, στην οποία μάλλον δεν θα ήταν ικανοί να τα βγάλουν πέρα...
Όλα αυτά σκέφτομαι και εξαγριώνομαι με όλους αυτούς που δηλώνουν ψευτοπερήφανα "Έλληνες του εξωτερικού" αλλά στην πρώτη κουβέντα που θα κάνουν για την Ελλάδα έχουν να εξαπολύσουν μόνο κατηγόριες και πικρίες για τους ανθρώπους και μια χώρα, στην οποία μάλλον δεν θα ήταν ικανοί να τα βγάλουν πέρα...
Τρίτη 4 Αυγούστου 2009
Ταξίδια θερινής νυκτός
Βρισκόμενη στην καρδιά του καλοκαιριού, θέλοντας και μή, το μυαλό ταξιδεύει. Αν ήμουν στην Ελλάδα, το πιθανότερο είναι να ταξίδευε και το σώμα μαζί! Σε γνωστές, αγαπημένες παραλίες λίγο έξω από την Αθήνα ή σε κάποιο νησί - των Κυκλάδων κατά προτίμηση. Σε άγνωστα μονοπάτια και μέρη παρθένα, που περιμένουν να ανακαλυφθεί και να εξερευνηθεί η ομορφιά τους. Σε γραφικά ξωκλήσια, φάρους και ποταμάκια. Σε δάση με πανύψηλους πλατάνους και τρεχούμενα νερά. Σε κρυμμένα χωριουδάκια με στενά δρομάκια και με αλμυρές μυρωδιές από τηγανητές πατάτες ή φασολάκια να το σκάνε από τα ορθάνοιχτα παράθυρα.
Reality check! Βρίσκομαι, στην καρδιά του καλοκαιριού, σε μια από τις μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου, με τεράστια κτίρια και ουρανοξύστες παντού και με μυρωδιές από σκουπίδια, υγρασία και μούχλα να αναδύονται από τους υπονόμους!
Και αφού δεν είναι εφικτό να ταξιδέψω μυαλό και σώμα μαζί, αφήνω το μυαλό να γυρίσει πίσω και να αναπολήσει...
Δυο μέρη αγαπημένα μου έρχονται, κυρίως, στο νου.
Κύμη Ευβοίας. Το χωριό μου. Η μισή μου καταγωγή. Ο σταθερός, παιδικός μου προορισμός.Το μπαλκόνι του Αιγαίου, όπως χαρακτηρίζεται. Ταξιδεύω πίσω και βλέπω τον εαυτό μου, μικρό κορίτσι, να κάθομαι κάτω από το δροσερό πλατάνι που βρίσκεται στην μέση της υπερυψωμένης αυλής του χωριάτικου εξοχικού που νοικιάζαμε με τον χρόνο, για πολλά χρόνια. Κλείνω τα μάτια και ακούω τις κότες να μας "ενημερώνουν" με κακαρίσματα χαράς για τα πρωινά αβγά που κατάφεραν να κάνουν! Ακούω την μηχανή από το τρακτέρ του κυρ-Γιάννη, ο γείτονας του απέναντι σπιτιού, που επιστρέφει από τα χωράφια του. Βλέπω το ηλιοκαμένο του πρόσωπο, τόσο ζωντανά μπροστά μου, και τον θυμάμαι να μου δίνει με τα χοντρά του ταλαιπωρημένα χέρια φρέσκα σύκα. "Μόλις τα έκοψα για σένα" μου έλεγε και μου έδινε τα πιο γλυκά σύκα που έχω φάει ποτέ. Θυμάμαι την γυναίκα του, την κυρά-Παναγιώτα, με τα κοντά κάτασπρα μαλλιά της, σαν το γάλα της προβατίνας που μας έφερνε τα πρωινά. Με φώναζε στο σπίτι της για να την βοηθήσω να φτιάξει τραχανά και χυλοπίτες. Το κοσκίνισμα του φρέσκου τραχανά και το κόψιμο της νωπής ακόμα χυλοπίτας, δυο εμπειρίες τόσο μοναδικές, που δυστυχώς τα ανίψια μου δεν θα ζήσουν ποτέ. Πολλές αναμνήσεις από το χωριό... Η "στροφή" με την εκπληκτική θέα που γέμιζε ζευγάρια στο ηλιοβασίλεμα, ο φάρος και το λιμανάκι, σημείο συνάντησης των "ψαγμένων", η Χηλή, το απομονωμένο ψαροχώρι και το Χωνευτικό, η ιαματική πηγή από την οποία εμφιαλώνεται το γνωστό νερό βρίσκονται στο μυαλό μου τόσο καθαρά λες και ήμουν εκεί προχτές ακόμα! Μυρωδιές, εικόνες και βιώματα που έχουν ριζώσει μέσα μου. Όσο κι αν μεγαλώσω θα μπορώ πάντα να γυρνάω πίσω στο χωριό, έστω και νοητικά, και να νιώθω για λίγο την ξεγνοιασιά και την ανεμελιά των παιδικών μου διακοπών.
Το δεύτερο - πρόσφατα αγαπημένο - μέρος, ο Άγιος Νικόλας Βοιών. Ένα μέρος στην άκρη της λακωνικής γης, στην άκρη της Πελοποννήσου. Με απάτητους από τον απρόσεχτο τουρίστα κόλπους, γνωστούς μόνο στους ντόπιους και κάνα-δυο εχέμυθους ξένους. Με δροσερές πηγές και μικρά εκκλησάκια. Με άγρια κι επιβλητικά βουνά, με έναν εύφορο κάμπο και με το πέλαγος - όσο φτάνει το μάτι σου και πιο μακρυά. Με το καφενείο του "Αθηναίου" να σερβίρει το καλύτερο τσαΐτι και την "Νεράιδα" με τα extravagant για την περιοχή πιάτα αλλά και ιδανικό μέρος για το πρώτο πρωινό καφέ μιας ζεστής μέρας. Απέχει μερικά μόνο χιλιόμετρα από την πιο γνωστή Νεάπολη. Νεάπολη... με το βραδινό νυφοπάζαρο της, με το λιμανάκι της - εξαιρετικό σημείο για ψάρεμα - και με το καλύτερο χταποδάκι στα κάρβουνα. Με τα λευκά cafe της και τους φιλόξενους (ή και αφιλόξενους) ντόπιους. Με το καράβι της να αναχωρεί προς και να φτάνει, κάθε τόσο, από τα Κύθηρα. Με τους δυο χαρακτήρες της, τον μοντέρνο, που λίγο ως πολύ θυμίζει Πειραιά και τον πιο παραδοσιακό με γραφικά σπίτια και αρχοντικά. Πολλές αναμνήσεις κι από αυτόν τον τόπο. Μπορεί να μην είναι χωριό μου αλλά σίγουρα είναι ένα μέρος που μπορεί να ξελογιάσει τις αισθήσεις μου.
Κι όταν, συχνά πυκνά, με βλέπουν στην δουλειά να ονειροπολώ και με ρωτάνε που ταξιδεύω, η απάντηση είναι ακριβώς αυτή... Στα πιο αγαπημένα μου μέρη.
Και αφού δεν είναι εφικτό να ταξιδέψω μυαλό και σώμα μαζί, αφήνω το μυαλό να γυρίσει πίσω και να αναπολήσει...
Δυο μέρη αγαπημένα μου έρχονται, κυρίως, στο νου.
Κύμη Ευβοίας. Το χωριό μου. Η μισή μου καταγωγή. Ο σταθερός, παιδικός μου προορισμός.Το μπαλκόνι του Αιγαίου, όπως χαρακτηρίζεται. Ταξιδεύω πίσω και βλέπω τον εαυτό μου, μικρό κορίτσι, να κάθομαι κάτω από το δροσερό πλατάνι που βρίσκεται στην μέση της υπερυψωμένης αυλής του χωριάτικου εξοχικού που νοικιάζαμε με τον χρόνο, για πολλά χρόνια. Κλείνω τα μάτια και ακούω τις κότες να μας "ενημερώνουν" με κακαρίσματα χαράς για τα πρωινά αβγά που κατάφεραν να κάνουν! Ακούω την μηχανή από το τρακτέρ του κυρ-Γιάννη, ο γείτονας του απέναντι σπιτιού, που επιστρέφει από τα χωράφια του. Βλέπω το ηλιοκαμένο του πρόσωπο, τόσο ζωντανά μπροστά μου, και τον θυμάμαι να μου δίνει με τα χοντρά του ταλαιπωρημένα χέρια φρέσκα σύκα. "Μόλις τα έκοψα για σένα" μου έλεγε και μου έδινε τα πιο γλυκά σύκα που έχω φάει ποτέ. Θυμάμαι την γυναίκα του, την κυρά-Παναγιώτα, με τα κοντά κάτασπρα μαλλιά της, σαν το γάλα της προβατίνας που μας έφερνε τα πρωινά. Με φώναζε στο σπίτι της για να την βοηθήσω να φτιάξει τραχανά και χυλοπίτες. Το κοσκίνισμα του φρέσκου τραχανά και το κόψιμο της νωπής ακόμα χυλοπίτας, δυο εμπειρίες τόσο μοναδικές, που δυστυχώς τα ανίψια μου δεν θα ζήσουν ποτέ. Πολλές αναμνήσεις από το χωριό... Η "στροφή" με την εκπληκτική θέα που γέμιζε ζευγάρια στο ηλιοβασίλεμα, ο φάρος και το λιμανάκι, σημείο συνάντησης των "ψαγμένων", η Χηλή, το απομονωμένο ψαροχώρι και το Χωνευτικό, η ιαματική πηγή από την οποία εμφιαλώνεται το γνωστό νερό βρίσκονται στο μυαλό μου τόσο καθαρά λες και ήμουν εκεί προχτές ακόμα! Μυρωδιές, εικόνες και βιώματα που έχουν ριζώσει μέσα μου. Όσο κι αν μεγαλώσω θα μπορώ πάντα να γυρνάω πίσω στο χωριό, έστω και νοητικά, και να νιώθω για λίγο την ξεγνοιασιά και την ανεμελιά των παιδικών μου διακοπών.
Το δεύτερο - πρόσφατα αγαπημένο - μέρος, ο Άγιος Νικόλας Βοιών. Ένα μέρος στην άκρη της λακωνικής γης, στην άκρη της Πελοποννήσου. Με απάτητους από τον απρόσεχτο τουρίστα κόλπους, γνωστούς μόνο στους ντόπιους και κάνα-δυο εχέμυθους ξένους. Με δροσερές πηγές και μικρά εκκλησάκια. Με άγρια κι επιβλητικά βουνά, με έναν εύφορο κάμπο και με το πέλαγος - όσο φτάνει το μάτι σου και πιο μακρυά. Με το καφενείο του "Αθηναίου" να σερβίρει το καλύτερο τσαΐτι και την "Νεράιδα" με τα extravagant για την περιοχή πιάτα αλλά και ιδανικό μέρος για το πρώτο πρωινό καφέ μιας ζεστής μέρας. Απέχει μερικά μόνο χιλιόμετρα από την πιο γνωστή Νεάπολη. Νεάπολη... με το βραδινό νυφοπάζαρο της, με το λιμανάκι της - εξαιρετικό σημείο για ψάρεμα - και με το καλύτερο χταποδάκι στα κάρβουνα. Με τα λευκά cafe της και τους φιλόξενους (ή και αφιλόξενους) ντόπιους. Με το καράβι της να αναχωρεί προς και να φτάνει, κάθε τόσο, από τα Κύθηρα. Με τους δυο χαρακτήρες της, τον μοντέρνο, που λίγο ως πολύ θυμίζει Πειραιά και τον πιο παραδοσιακό με γραφικά σπίτια και αρχοντικά. Πολλές αναμνήσεις κι από αυτόν τον τόπο. Μπορεί να μην είναι χωριό μου αλλά σίγουρα είναι ένα μέρος που μπορεί να ξελογιάσει τις αισθήσεις μου.
Κι όταν, συχνά πυκνά, με βλέπουν στην δουλειά να ονειροπολώ και με ρωτάνε που ταξιδεύω, η απάντηση είναι ακριβώς αυτή... Στα πιο αγαπημένα μου μέρη.
Ετικέτες
Αγ. Νικόλας,
Βάτικα,
διακοπές,
Εύβοια,
Κύμη
Κυριακή 2 Αυγούστου 2009
Σαν σενάριο κοινωνικής ταινίας...
Όταν γνωρίζεις κάποιον άνθρωπο, όταν λες "χαίρετε" και "αντίο", όταν σφίγγεις το χέρι και λες "χάρηκα για την γνωριμία" προσπαθείς παράλληλα να καταλάβεις τι σόι άνθρωπος είναι αυτός που κάθεται απέναντί σου. Καλός, κακός, έξυπνος, ανοικτός, χαρούμενος, λυπημένος, ντόμπρος, διπρόσωπος, ψεύτης... με λίγα λόγια τον "ζυγιάζεις"! Μερικές φορές φτιάχνεις σενάρια για τη ζωή του, μερικές φορές προσπαθείς να πιαστείς από φευγαλέες κουβέντες για να καταλάβεις τί έχει ζήσει, τί άνθρωπος είναι. Η αλήθεια είναι πως την ιστορία που κουβαλάει ο καθένας δεν μπορείς να την γνωρίζεις. Και οι πιθανότητες συνήθως είναι είναι δυο... Αν έχεις έναν ειλικρινή άνθρωπο απέναντι σου και σε εμπιστευτεί, αργά ή γρήγορα θα σου πει την ιστορία του, μόνος του. Η άλλη περίπτωση είναι να μην μάθεις ποτέ το παρελθόν του. Να ζεις μαζί του μόνο το παρόν κι ίσως το μέλλον, αλλά με ένα μεγάλο κενό ως προς την ιστορία του. Δεν ξέρω τι είναι καλύτερο...
Πρόσφατα, γνώρισα μια γυναίκα, 37 χρονών, με ένα πλατύ χαμόγελο, και μάτια καθαρά, ντόμπρα. Την συνάντησα, τυχαία, καμιά-δυο φορές ακόμα και την τρίτη φορά που την είδα καταλήξαμε να πίνουμε καφέ σε κάποιο γλυκό cafe του downtown. Στο πρώτο μισάωρο βρήκαμε κοινά στοιχεία στις ζωές μας. Ο χαμός κάποιου δικού μας αγαπημένου ανθρώπου, αλλά κι η ζωή στην Νέα Υόρκη, μακριά από τα σπίτια μας ήταν τα 2 γεγονότα που μας έκαναν να νιώσουμε άνετα η μια με την άλλη. Η δική της ανάγκη για εξομολόγηση κι η δική μου ανάγκη για κουβέντα και συντροφιά μας καθήλωσαν σε αυτό το καφέ για ώρες να συζητάμε για τις ζωές μας, ή καλύτερα για την ζωή της.
Ξεκινώντας από τα παιδικά της χρόνια, με τις αναμνήσεις να την γυρνάνε πίσω στην ηλικία των τριών, μου εξομολογήθηκε πως δεν ένιωσε ποτέ αγάπη από τους έφηβους γονείς της. Η μαμά της παντρεύτηκε "δια ροπάλου" τον άντρα από τον οποίο έμεινε έγκυος στην Άννα - την Ελληνοκαναδέζα γυναίκα που βρίσκεται μπροστά μου - και στα 16 της μόλις χρόνια έφερε στον κόσμο ένα μωρό που δεν ήθελε ούτε να βλέπει. Το μωρό το ανέλαβαν η γιαγιά και ο παππούς, ενώ οι γονείς της συνέχισαν να ζουν σαν έφηβοι χωρίς υποχρεώσεις. Από τα 3 της και μετά, η Άννα θυμάται σχεδόν όλες τις φορές που έμεινε μόνη της στο σπίτι, με την νεογέννητη αδερφή της να κλαίει. Θυμάται όλες τις φορές που έφαγε ξύλο από την μάνα της - με ή χωρίς λόγο - αλλά δεν θυμάται ποτέ να την έχει πάρει αγκαλιά. Στα 7 της θυμάται το διαζύγιο των γονιών της και την κατάθλιψη της μάνας της. Τα χάπια, το αλκοόλ, τις ατελείωτες ώρες σιωπής όταν εκείνη κοιμόταν και το ξύλο που έτρωγε όταν ξύπναγε "Μάλλον γιατί έμοιαζα στον πατέρα μου τόσο πολύ" όπως μου είπε! Στα 14 παράτησε το σχολείο, έφυγε από το σπίτι και κοιμόταν σε σπίτια φίλων και γνωστών. Στα 14, επίσης, δοκίμασε το πρώτο της τσιγαριλίκι, τα χάπια και την κοκαΐνη. Στα 16 της κάπνιζε κρακ και "βάραγε" ηρωίνη. Η μαμά της πουλούσε κι έκανε πια χρήση ηρωίνης και κοκαΐνης και έμαθε τις 2 ανήλικες κόρες της πως να είναι επαγγελματίες κλέφτες! Το πρωί παίρναν παραγγελίες από γειτόνους και μαγαζάτορες της περιοχής τους και μέχρι το τέλος της ημέρας παρέδιδαν το εμπόρευμα σε εξευτελιστικές τιμές.
Η Άννα συνελήφθηκε μετά από 2 περίπου χρόνια και πέρασε μερικούς μήνες, ίσως και χρόνο, στις γυναικείες φυλακές του Montreal. Η γιαγιά της, βλέποντας το κοριτσάκι της να υποφέρει, έκλεβε ηρωίνη από την κόρη της για να την περάσει κρυφά στην φυλακή, μέσα σε κάποιο τζιν, για την εγγονή της. Για να μην πονάει... Τι περίεργο - οι γιαγιάδες στον δικό μου κόσμο έφερναν σοκολάτες!
Όταν την επισκέφτηκε μια θεία της σοκαρίστηκε από την εικόνα του 20χρονου κοριτσιού. Τα σημάδια της ηρωίνης στα χέρια εμφανή, το κορμί και το μυαλό παραδομένο στην επίδραση της ουσίας. Η θεία της ανέλαβε, χωρίς δεύτερη σκέψη, να την σώσει. "Όταν βγεις, θα σε περιμένει στην είσοδο ο πατέρας σου να σε φέρει στην Νέα Υόρκη".
22 Ιουνίου 1992. Η Άννα περνάει την μεγάλη σιδερένια πύλη των φυλακών και αντικρίζει τον πατέρα της μετά από 10 χρόνια. Χωρίς να έχουν να πουν και πολλά, κάθεται στο πίσω κάθισμα και βαράει την τελευταία της ένεση. Φτάνοντας στην Νέα Υόρκη, την περίμεναν η θεία και ο θείος της. Την πήραν κοντά τους, την βοήθησαν, την στήριξαν. Ξεκίνησε κάποιο πρόγραμμα απεξάρτησης. Πήγαινε στις "ανοιχτές" συναντήσεις Αλκοολικών Ανώνυμων (ΑΑ). Συνέχισε το σχολείο και πήγε κολέγιο απ' όπου αποφοίτησε "με τιμές" και με εξαιρετικό βαθμό (97%). Έπιασε δουλειά σε μια τράπεζα. Αγόρασε ταγέρ και τακούνια. Ξεκίνησε μια νέα ζωή. Καθαρή. Χωρίς ουσίες, χωρίς αλκοόλ. Σε κάποια ΑΑ συνάντηση γνωρίζει τον Ted, ερωτεύονται και μετά από 4 χρόνια παντρεύονται. Η σχέση δεν προχώρησε καλά και στα 29 της χωρίζουν. Την ίδια περίοδο πεθαίνει η αδερφή της από υπερβολική δόση ηρωίνης. 13 Νοεμβρίου 2001. Σοκ. Κατάθλιψη... "Είναι κληρονομικό" μου λέει ψυχρά, "το πήρα από την μάνα μου". Γίνεται εισαγωγή σε ψυχιατρείο κι εκεί γεμίζουν ξανά το κορμί της με χημεία. Εννιά χάπια την ημέρα! Αρκετά για να θολώσουν το μυαλό, να μην σκέφτεται, να μην νιώθει. Κάθεται στην κλινική τρεις εβδομάδες αλλά βγαίνοντας συνεχίζει θεραπεία με αντικαταθλιπτικά και επισκέψεις σε ψυχολόγο. Στην τράπεζα, την κατηγορούν - άδικα - πως έκλεψε κάποιο χρηματικό ποσό και παραιτείται. Ξεκινάει να δουλεύει σε οικοδομές, να συμμαζεύει και να καθαρίζει το χαμό που άφηναν πίσω τους τα συνεργεία. Η Άννα παρατηρούσε τους εργάτες και μάθαινε από αυτούς. Μετά από λίγο καιρό, άνοιξε την δική της εταιρεία και αναλάμβανε το βάψιμο οικοδομών και σπιτιών. Αυτό κράτησε 4 χρόνια. Στα 34 της χρόνια και σωματικά κουρασμένη κλείνει την εταιρεία.
Τώρα, στα 37 της, χωρίς ουσίες και αντικαταθλιπτικά, στηριζόμενη μόνο στις δυνάμεις της, παράλληλα με την δουλειά της παρακολουθεί μαθήματα σε ένα κολέγιο με όνειρο και στόχο σε 2 χρόνια να γίνει βοηθός κτηνιάτρου και σε 4 κτηνίατρος, ποιος ξέρει, ίσως και με μια δική της κλινική για ζώα!
"Μπορεί να αλλάξει ο άνθρωπος " μου λέει με τα σπαστά ελληνικά της. "Αρκεί να το πιστέψει κι ο ίδιος".
Πρόσφατα, γνώρισα μια γυναίκα, 37 χρονών, με ένα πλατύ χαμόγελο, και μάτια καθαρά, ντόμπρα. Την συνάντησα, τυχαία, καμιά-δυο φορές ακόμα και την τρίτη φορά που την είδα καταλήξαμε να πίνουμε καφέ σε κάποιο γλυκό cafe του downtown. Στο πρώτο μισάωρο βρήκαμε κοινά στοιχεία στις ζωές μας. Ο χαμός κάποιου δικού μας αγαπημένου ανθρώπου, αλλά κι η ζωή στην Νέα Υόρκη, μακριά από τα σπίτια μας ήταν τα 2 γεγονότα που μας έκαναν να νιώσουμε άνετα η μια με την άλλη. Η δική της ανάγκη για εξομολόγηση κι η δική μου ανάγκη για κουβέντα και συντροφιά μας καθήλωσαν σε αυτό το καφέ για ώρες να συζητάμε για τις ζωές μας, ή καλύτερα για την ζωή της.
Ξεκινώντας από τα παιδικά της χρόνια, με τις αναμνήσεις να την γυρνάνε πίσω στην ηλικία των τριών, μου εξομολογήθηκε πως δεν ένιωσε ποτέ αγάπη από τους έφηβους γονείς της. Η μαμά της παντρεύτηκε "δια ροπάλου" τον άντρα από τον οποίο έμεινε έγκυος στην Άννα - την Ελληνοκαναδέζα γυναίκα που βρίσκεται μπροστά μου - και στα 16 της μόλις χρόνια έφερε στον κόσμο ένα μωρό που δεν ήθελε ούτε να βλέπει. Το μωρό το ανέλαβαν η γιαγιά και ο παππούς, ενώ οι γονείς της συνέχισαν να ζουν σαν έφηβοι χωρίς υποχρεώσεις. Από τα 3 της και μετά, η Άννα θυμάται σχεδόν όλες τις φορές που έμεινε μόνη της στο σπίτι, με την νεογέννητη αδερφή της να κλαίει. Θυμάται όλες τις φορές που έφαγε ξύλο από την μάνα της - με ή χωρίς λόγο - αλλά δεν θυμάται ποτέ να την έχει πάρει αγκαλιά. Στα 7 της θυμάται το διαζύγιο των γονιών της και την κατάθλιψη της μάνας της. Τα χάπια, το αλκοόλ, τις ατελείωτες ώρες σιωπής όταν εκείνη κοιμόταν και το ξύλο που έτρωγε όταν ξύπναγε "Μάλλον γιατί έμοιαζα στον πατέρα μου τόσο πολύ" όπως μου είπε! Στα 14 παράτησε το σχολείο, έφυγε από το σπίτι και κοιμόταν σε σπίτια φίλων και γνωστών. Στα 14, επίσης, δοκίμασε το πρώτο της τσιγαριλίκι, τα χάπια και την κοκαΐνη. Στα 16 της κάπνιζε κρακ και "βάραγε" ηρωίνη. Η μαμά της πουλούσε κι έκανε πια χρήση ηρωίνης και κοκαΐνης και έμαθε τις 2 ανήλικες κόρες της πως να είναι επαγγελματίες κλέφτες! Το πρωί παίρναν παραγγελίες από γειτόνους και μαγαζάτορες της περιοχής τους και μέχρι το τέλος της ημέρας παρέδιδαν το εμπόρευμα σε εξευτελιστικές τιμές.
Η Άννα συνελήφθηκε μετά από 2 περίπου χρόνια και πέρασε μερικούς μήνες, ίσως και χρόνο, στις γυναικείες φυλακές του Montreal. Η γιαγιά της, βλέποντας το κοριτσάκι της να υποφέρει, έκλεβε ηρωίνη από την κόρη της για να την περάσει κρυφά στην φυλακή, μέσα σε κάποιο τζιν, για την εγγονή της. Για να μην πονάει... Τι περίεργο - οι γιαγιάδες στον δικό μου κόσμο έφερναν σοκολάτες!
Όταν την επισκέφτηκε μια θεία της σοκαρίστηκε από την εικόνα του 20χρονου κοριτσιού. Τα σημάδια της ηρωίνης στα χέρια εμφανή, το κορμί και το μυαλό παραδομένο στην επίδραση της ουσίας. Η θεία της ανέλαβε, χωρίς δεύτερη σκέψη, να την σώσει. "Όταν βγεις, θα σε περιμένει στην είσοδο ο πατέρας σου να σε φέρει στην Νέα Υόρκη".
22 Ιουνίου 1992. Η Άννα περνάει την μεγάλη σιδερένια πύλη των φυλακών και αντικρίζει τον πατέρα της μετά από 10 χρόνια. Χωρίς να έχουν να πουν και πολλά, κάθεται στο πίσω κάθισμα και βαράει την τελευταία της ένεση. Φτάνοντας στην Νέα Υόρκη, την περίμεναν η θεία και ο θείος της. Την πήραν κοντά τους, την βοήθησαν, την στήριξαν. Ξεκίνησε κάποιο πρόγραμμα απεξάρτησης. Πήγαινε στις "ανοιχτές" συναντήσεις Αλκοολικών Ανώνυμων (ΑΑ). Συνέχισε το σχολείο και πήγε κολέγιο απ' όπου αποφοίτησε "με τιμές" και με εξαιρετικό βαθμό (97%). Έπιασε δουλειά σε μια τράπεζα. Αγόρασε ταγέρ και τακούνια. Ξεκίνησε μια νέα ζωή. Καθαρή. Χωρίς ουσίες, χωρίς αλκοόλ. Σε κάποια ΑΑ συνάντηση γνωρίζει τον Ted, ερωτεύονται και μετά από 4 χρόνια παντρεύονται. Η σχέση δεν προχώρησε καλά και στα 29 της χωρίζουν. Την ίδια περίοδο πεθαίνει η αδερφή της από υπερβολική δόση ηρωίνης. 13 Νοεμβρίου 2001. Σοκ. Κατάθλιψη... "Είναι κληρονομικό" μου λέει ψυχρά, "το πήρα από την μάνα μου". Γίνεται εισαγωγή σε ψυχιατρείο κι εκεί γεμίζουν ξανά το κορμί της με χημεία. Εννιά χάπια την ημέρα! Αρκετά για να θολώσουν το μυαλό, να μην σκέφτεται, να μην νιώθει. Κάθεται στην κλινική τρεις εβδομάδες αλλά βγαίνοντας συνεχίζει θεραπεία με αντικαταθλιπτικά και επισκέψεις σε ψυχολόγο. Στην τράπεζα, την κατηγορούν - άδικα - πως έκλεψε κάποιο χρηματικό ποσό και παραιτείται. Ξεκινάει να δουλεύει σε οικοδομές, να συμμαζεύει και να καθαρίζει το χαμό που άφηναν πίσω τους τα συνεργεία. Η Άννα παρατηρούσε τους εργάτες και μάθαινε από αυτούς. Μετά από λίγο καιρό, άνοιξε την δική της εταιρεία και αναλάμβανε το βάψιμο οικοδομών και σπιτιών. Αυτό κράτησε 4 χρόνια. Στα 34 της χρόνια και σωματικά κουρασμένη κλείνει την εταιρεία.
Τώρα, στα 37 της, χωρίς ουσίες και αντικαταθλιπτικά, στηριζόμενη μόνο στις δυνάμεις της, παράλληλα με την δουλειά της παρακολουθεί μαθήματα σε ένα κολέγιο με όνειρο και στόχο σε 2 χρόνια να γίνει βοηθός κτηνιάτρου και σε 4 κτηνίατρος, ποιος ξέρει, ίσως και με μια δική της κλινική για ζώα!
"Μπορεί να αλλάξει ο άνθρωπος " μου λέει με τα σπαστά ελληνικά της. "Αρκεί να το πιστέψει κι ο ίδιος".
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)