Σαν μικρό παιδάκι, δυστυχώς, δεν έχει καθόλου αναμνήσεις. Η μνήμη της ξεκινά να της στέλνει μερικές ακανόνιστες εικόνες στο μυαλό από την ηλικία των 5. Μετά ξανά, θυμάται τον εαυτό της γύρω στα 7-8, αλλά ποτέ με λεπτομέρειες.
Εικόνες και σκηνές - πολύ μικρού μήκους - χωρίς συνέχεια, χωρίς συνοχή. Μπερδεμένα κομμάτια του εαυτού της και της παιδικής της ηλικίας. Ένας χιονοπόλεμος με τον αδερφό της, το κρυφτό στην πυλωτή με τα παιδιά της γειτονιάς, μια πρωινή διαδρομή προς το σχολείο, μερικοί παιχνιδο-καβγάδες με τον αδερφό, το αγορίστικο κούρεμα για τις ψείρες το καλοκαίρι, το μπάνιο που τους έκανε ο μπαμπάς της, οι μεσημεριανές σιέστες με την μαμά της στο μεγάλο κρεβάτι, η ασπρόμαυρη τηλεόραση στο σαλόνι, τα κάστανα στο τζάκι, τα φιογκάκια στα μαλλιά, τα τρία πακέτα Cooper (τότε χωρίς τις προειδοποιητικές ανακοινώσεις) που αγόραζε κάθε μέρα στην μαμά της...
Αυτές και με μια τέτοια ασύνδετη σειρά, είναι οι πιο πολλές αναμνήσεις που της έρχονται στο νου. Μετά, στην ηλικία των 12, έρχεται το απόλυτο κενό - λες κι έριξε ένα μαύρο σεντόνι πάνω από το σεντούκι των αναμνήσεών της κι αυτό εξαφανίστηκε στο σκοτάδι του μυαλού της. Ο πόνος, το αναπάντεχο, η απορία, η άρνηση. Αυτά - καταλήγει μετά από τόσα χρόνια - ανάγκασαν το μυαλό της να σβήσει ή μάλλον να μην κρατήσει τίποτα. Όταν αυτά τα τρία πακέτα Cooper που αγόραζε καθημερινά "αποφάσισαν" να σταματήσουν την πιο γλυκιά, την πιο ζεστή, την πιο μεγάλη, την πιο αγαπημένη καρδιά όλου της του κόσμου, το μυαλό της σταμάτησε να λαμβάνει. Αρνήθηκε να καταχωρήσει οτιδήποτε γινόταν στην ζωή της. Για 2 περίπου χρόνια.
Έπειτα, απλά αρνήθηκε το γεγονός αλλά ξεκίνησε μουδιασμένο να λαμβάνει πάλι εικόνες καθημερινές. Το καινούριο της σχολείο, οι νέοι φίλοι και φίλες, η άγνωστη περιοχή, η απουσία του αδερφού της, η γιαγιά και ο παππούς σε ρόλο πρωταγωνιστικό πια στην ζωή της.
Αρκετά χρόνια αργότερα, μετά από την απομονωμένη συναισθηματικά εφηβεία της, άρχισε να αποδέχεται το χαμό της μάνας της. Και αφού θρήνησε ξανά με τον δικό της τρόπο, ο πόνος έγινε μεγαλύτερος συνειδητοποιώντας ότι όσα το μυαλό της είχε αποφασίσει ότι δεν θέλει να σκέφτεται τότε, τώρα που ήθελε να θυμηθεί δεν μπορούσε.
Ακόμα και τώρα πιάνει τον εαυτό της να προσπαθεί να θυμηθεί την φωνή της, την μυρωδιά της, τον ήχο του γέλιου της, την αίσθηση του αγγίγματος της. Η μνήμη της, δυστυχώς, δεν την βοηθάει και αυτό προσθέτει άλλο ένα λιθαράκι στην λύπη της.
"Μερικές φορές δεν ξέρω τι πονάει περισσότερο... η απουσία της ή η ανικανότητά μου να την ζήσω στο μυαλό μου;" μου ψιθυρίζει που και που...
Εικόνες και σκηνές - πολύ μικρού μήκους - χωρίς συνέχεια, χωρίς συνοχή. Μπερδεμένα κομμάτια του εαυτού της και της παιδικής της ηλικίας. Ένας χιονοπόλεμος με τον αδερφό της, το κρυφτό στην πυλωτή με τα παιδιά της γειτονιάς, μια πρωινή διαδρομή προς το σχολείο, μερικοί παιχνιδο-καβγάδες με τον αδερφό, το αγορίστικο κούρεμα για τις ψείρες το καλοκαίρι, το μπάνιο που τους έκανε ο μπαμπάς της, οι μεσημεριανές σιέστες με την μαμά της στο μεγάλο κρεβάτι, η ασπρόμαυρη τηλεόραση στο σαλόνι, τα κάστανα στο τζάκι, τα φιογκάκια στα μαλλιά, τα τρία πακέτα Cooper (τότε χωρίς τις προειδοποιητικές ανακοινώσεις) που αγόραζε κάθε μέρα στην μαμά της...
Αυτές και με μια τέτοια ασύνδετη σειρά, είναι οι πιο πολλές αναμνήσεις που της έρχονται στο νου. Μετά, στην ηλικία των 12, έρχεται το απόλυτο κενό - λες κι έριξε ένα μαύρο σεντόνι πάνω από το σεντούκι των αναμνήσεών της κι αυτό εξαφανίστηκε στο σκοτάδι του μυαλού της. Ο πόνος, το αναπάντεχο, η απορία, η άρνηση. Αυτά - καταλήγει μετά από τόσα χρόνια - ανάγκασαν το μυαλό της να σβήσει ή μάλλον να μην κρατήσει τίποτα. Όταν αυτά τα τρία πακέτα Cooper που αγόραζε καθημερινά "αποφάσισαν" να σταματήσουν την πιο γλυκιά, την πιο ζεστή, την πιο μεγάλη, την πιο αγαπημένη καρδιά όλου της του κόσμου, το μυαλό της σταμάτησε να λαμβάνει. Αρνήθηκε να καταχωρήσει οτιδήποτε γινόταν στην ζωή της. Για 2 περίπου χρόνια.
Έπειτα, απλά αρνήθηκε το γεγονός αλλά ξεκίνησε μουδιασμένο να λαμβάνει πάλι εικόνες καθημερινές. Το καινούριο της σχολείο, οι νέοι φίλοι και φίλες, η άγνωστη περιοχή, η απουσία του αδερφού της, η γιαγιά και ο παππούς σε ρόλο πρωταγωνιστικό πια στην ζωή της.
Αρκετά χρόνια αργότερα, μετά από την απομονωμένη συναισθηματικά εφηβεία της, άρχισε να αποδέχεται το χαμό της μάνας της. Και αφού θρήνησε ξανά με τον δικό της τρόπο, ο πόνος έγινε μεγαλύτερος συνειδητοποιώντας ότι όσα το μυαλό της είχε αποφασίσει ότι δεν θέλει να σκέφτεται τότε, τώρα που ήθελε να θυμηθεί δεν μπορούσε.
Ακόμα και τώρα πιάνει τον εαυτό της να προσπαθεί να θυμηθεί την φωνή της, την μυρωδιά της, τον ήχο του γέλιου της, την αίσθηση του αγγίγματος της. Η μνήμη της, δυστυχώς, δεν την βοηθάει και αυτό προσθέτει άλλο ένα λιθαράκι στην λύπη της.
"Μερικές φορές δεν ξέρω τι πονάει περισσότερο... η απουσία της ή η ανικανότητά μου να την ζήσω στο μυαλό μου;" μου ψιθυρίζει που και που...
Μας έλιωσες. Ξέρεις θλίψη σημαίνει σύνθλιψη, λιώσιμο...Δόψα τω Θεώ ο Χριστός αναστήθηκε και μας δίνει στέρεη ελπίδα για ξαναανταμώματα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΓεια σου Κέλλυ! Δεν βρίσκω λόγια να εκφράσω τα συναισθήματα μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο διάβασα στις έξι ώρα το πρωί. Είναι ότι πιο συγκλονιστικό έχω διαβάσει.
« Όταν αυτά τα τρία πακέτα Cooper που αγόραζε καθημερινά "αποφάσισαν" να σταματήσουν την πιο γλυκιά, την πιο ζεστή, την πιο μεγάλη, την πιο αγαπημένη καρδιά όλου της του κόσμου…».
Φαντάζομαι ότι είναι πολύ σκληρό, κι έχει αφάνταστο πόνο για ένα παιδί σε μια τόσο τρυφερή ηλικία, λίγο πριν την εφηβεία να χάνει τον πιο αγαπημένο, τον πιο σημαντικό άνθρωπο της ζωή του. Και λέω φαντάζομαι γιατί δεν έχω βιώσει τέτοια απώλεια.
Είμαι σίγουρη όμως ότι αυτό το παιδί πέρα από τις πληγές που έχει χαραγμένες στη ψυχή του, έχει μια απίστευτη δύναμη και θέληση για ζωή!
Με έκανες να δακρύσω.. Τι άλλο να πω.....
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε συγκίνησες....
ΑπάντησηΔιαγραφή